Η Ελλάδα είναι η μεγαλύτερη ναυτιλιακή χώρα στον κόσμο (Figure 5), καθώς οι Έλληνες πλοιοκτήτες ελέγχουν το 21% του παγκόσμιου εμπορικού στόλου σε όρους dwt3. Τα τελευταία δέκα χρόνια η συνολική χωρητικότητα του ελληνικού εμπορικού στόλου, που αποτελείται από 5.520 πλοία, έχει αυξηθεί κατά 50%.
Η ελληνική ναυτιλία είναι βασικός πυλώνας της μεταφοράς αναγκαίων αγαθών, καθώς αντιπροσωπεύει (σε όρους dwt):
Ο ελληνόκτητος εμπορικός στόλος είναι ο μεγαλύτερος cross-trader στον κόσμο, μεταφέροντας φορτία μεταξύ τρίτων χωρών σε ποσοστό άνω του 98% της μεταφορικής του ικανότητας. Οι Έλληνες πλοιοκτήτες δραστηριοποιούνται κυρίως στην bulk/tramp ναυτιλία (Figure 6), τον τομέα που ειδικεύεται στη μεταφορά βασικών προϊόντων, όπως σιτηρά και άλλα γεωργικά προϊόντα, πετρέλαιο και φυσικό αέριο, σιδηρομετάλλευμα, χημικά προϊόντα, άνθρακα, λιπάσματα και δασικά προϊόντα. Η bulk/tramp ναυτιλία έχει τα χαρακτηριστικά μιας σχεδόν απόλυτα ανταγωνιστικής αγοράς, όπου η πλοιοκτησία δε μπορεί να επηρεάσει τις τιμές της ναυλαγοράς.
Η ναυτιλιακή δραστηριότητα παρέχει μεταφορές με τον πιο οικονομικά αποδοτικό και αποτελεσματικό τρόπο. Για παράδειγμα, μέσω των συνεχώς αυξανόμενων οικονομιών κλίμακας, το κόστος μεταφοράς διατηρείται εντυπωσιακά χαμηλά προς όφελος του τελικού καταναλωτή. Η ελληνική ναυτιλία είναι πρωτοπόρος και σε αυτό τον τομέα. Ο μέσος όρος χωρητικότητας ενός ελληνόκτητου πλοίου είναι σχεδόν διπλάσιος σε σχέση με τον μέσο όρο σε παγκόσμιο επίπεδο. Ειδικότερα, κατά την προηγούμενη δεκαετία, το μέσο μέγεθος των ελληνόκτητων πλοίων αυξήθηκε σημαντικά και διαμορφώνεται σήμερα στα 81.395 dwt, ενώ ο παγκόσμιος μέσος όρος παραμένει πολύ χαμηλότερος, στα 45.337 dwt.
Πράγματι, η ανάπτυξη του παγκόσμιου θαλάσσιου εμπορίου τις τελευταίες δεκαετίες δεν συνοδεύτηκε από αντίστοιχη αύξηση του κόστους μεταφοράς, συμβάλοντας έτσι στη βελτίωση του βιοτικού επιπέδου παγκοσμίως.
Οι Έλληνες πλοιοκτήτες συνεχίζουν να αξιοποιούν σημαντικές οικονομίες κλίμακας και να κάνουν μεγάλες επενδύσεις σε νεότευκτα πλοία και εξοπλισμό με υψηλή περιβαλλοντική απόδοση (Figure 7). Οι ελληνικές παραγγελίες νεότευκτων πλοίων ανέρχονται (Απρίλιος 2023) σε 241 πλοία, που αντιστοιχούν σε 19 εκατομμύρια dwt. Αυτός ο αριθμός αντιπροσωπεύει μια σημαντική αύξηση 40% σε σύγκριση με τις παραγγελίες του προηγούμενου έτους (173 πλοία), αποδεικνύοντας ότι η ελληνική πλοιοκτησία πρωτοστατεί στην ανανέωση του στόλου της. Υπολογίζεται ότι πάνω από το 40% των πετρελαιοφόρων και σχεδόν ένα στα 6 πλοία μεταφοράς LNG που κατασκευάζονται σήμερα θα παραδοθούν σε Έλληνες πλοιοκτήτες. Επιπλέον, ο μέσος όρος ηλικίας του ελληνόκτητου στόλου (περίπου 10 χρόνια), είναι χαμηλότερος από τον παγκόσμιο μέσο όρο (σχεδόν 11 χρόνια).
Οι Έλληνες πλοιοκτήτες πρωτοστατούν στις νέες επενδύσεις και καινοτομίες στον κλάδο με ένα σύγχρονο και φιλικό προς το περιβάλλον στόλο.
3. UGS calculations, based on data from S&P Global Market Intelligence, April 2023